- acyanopsia
- слепота на синий цвет
Англо-русский словарь по авиационной медицине. 2013.
Англо-русский словарь по авиационной медицине. 2013.
Acyanopsia — vgl. Azyanopsie … Das Wörterbuch medizinischer Fachausdrücke
acyanopsia — n. colour blindness towards blue … Dictionary of difficult words
acianopsia — Eng. Acyanopsia Variedad de acromatopsia que consiste en la ceguera absoluta para el color azul. Acianoblepsia … Diccionario de oftalmología
ακυανοψία — Μορφή δυσχρωματοψίας κατά την οποία εκείνοι που πάσχουν από αυτήν δεν έχουν φυσιολογική αντίληψη του κυανού χρώματος. Τα άτομα αυτά αποτελούν το 1% των διχρωματόπων, των ανθρώπων δηλαδή που αναγνωρίζουν μόνο τα δύο από τα τρία βασικά χρώματα. * * … Dictionary of Greek